Το σχέδιο του Μαξίμου έμοιαζε απλό. Η (λογιστική) επίτευξη πρωτογενούς
πλεονάσματος αξιοποιείται προπαγανδιστικά, για να φανεί ότι οι θυσίες
του λαού αρχίζουν να αποδίδουν, για να καλλιεργηθεί η εντύπωση ότι και
δίνεται πια η δυνατότητα να υπάρξει ουσιαστική διαπραγμάτευση με την
τρόικα. Έτσι, θα μπορούσε να δοθεί η αίσθηση στον κόσμο που χειμάζεται,
ότι τα δύσκολα έχουν περάσει και μπαίνουμε στη μετά το μνημόνιο εποχή.
Φεύγοντας για το Βερολίνο ο κ. Σαμαράς είχε την ελπίδα ότι εκεί θα έβρισκε ανταπόκριση και βοήθεια, ώστε το σχέδιό του να γίνει πραγματικότητα. Δυστυχώς για τον ίδιο και τα συμφέροντα που εκπροσωπεί, το σχέδιο αυτό δεν προσέκρουσε μόνο στην εμμονή της τρόικας και του Βερολίνου στην εφαρμογή της ίδιας πολιτικής χωρίς καμία διάθεση ουσιαστικής διαπραγμάτευσης.
Το κυριότερο, όμως, πρόβλημα του σχεδίου του κ. Σαμαρά δεν ήταν η έλλειψη υποστήριξης από τους «εταίρους» του. Ήταν η αυθόρμητη, σχεδόν αυτόματη απόρριψή του ως απατηλό από τον κόσμο στον οποίο απευθύνεται, λόγω της σύγκρουσης των ισχυρισμών του με τα εντελώς αντίθετα βιώματα των ευρύτατων λαϊκών στρωμάτων.
Η καθημερινή εμπειρία των λαϊκών τάξεων
Η καθημερινή εμπειρία τους, και η προβολή τους στο άμεσο μέλλον δεν αφήνουν σχεδόν κανένα περιθώριο πειστικότητας των ισχυρισμών της κυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου. Αυτό που βιώνει η μεγάλη πλειονότητα του πληθυσμού είναι το εντελώς αντίθετο: το βιοτικό επίπεδο χειροτερεύει, το εισόδημα μειώνεται, η φορολογική επιβάρυνση μεγαλώνει, η ανεργία γιγαντώνεται, η ύφεση πνίγει ακόμα και αυτούς που δεν έχει αγγίξει η ανεργία, η διάλυση των εργασιακών σχέσεων και των θεσμών προστασίας της εργασίας εντείνεται, το κοινωνικό κράτος καταρρέει… –και κανένα σημάδι δεν αφήνει περιθώριο για ελπίδα καλυτέρευσης.
΄Όλο και μεγαλύτερα τμήματα των λαϊκών τάξεων, αλλά και των μεσοστρωμάτων –ακόμη και άνθρωποι που δεν σκέφτονται να ψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ– πείθονται ότι ο μόνος τρόπος απαλλαγής από την καταστροφική πορεία είναι η ανακοπή της με ανατροπή αυτής της πολιτικής, δηλαδή με ανατροπή της κυβέρνησης.
Ενδεικτικό της σοβαρότητας αυτών των διεργασιών είναι το γεγονός ότι, καθώς περνούν οι μέρες, όλο και περισσότερο ενισχύεται η πεποίθηση ότι είναι πολύ πιθανό ο ΣΥΡΙΖΑ να είναι ο κύριος κορμός της επόμενης κυβέρνησης μετά τις ερχόμενες εκλογές.
Σενάρια ελέγχου
Με βάση αυτή την εκτίμηση φαίνεται ότι αρχίζουν να διαμορφώνουν οι παράγοντες της πολιτικής και οικονομικής πραγματικότητας διάφορα σενάρια όσον αφορά τη δική τους στάση απέναντι σ’ ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Δύο είναι οι κύριες τάσεις που φαίνεται να διαμορφώνονται. Η πρώτη εκδηλώνεται με «νουθεσίες» προς το «κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης» να σοβαρευτεί και να διαμορφώσει ρεαλιστικές θέσεις, ώστε να εξασφαλιστεί με ομαλό τρόπο μια διάδοχη κατάσταση. Η οποία, βέβαια, δεν θα αλλάξει ούτε κεραία από την ουσία της ασκούμενης πολιτικής.
«Ο τόπος χρειάζεται μια καλή αντιπολίτευση όσο και μια καλή κυβέρνηση. Είναι σημαντικό οι πολίτες να νιώθουν την ασφάλεια μιας σοβαρής εναλλακτικής επιλογής», γράφει σε πρωτοσέλιδο κύριο άρθρο η «Καθημερινή» και συνεχίζει: «Ο κ. Τσίπρας έχε πλέον καθαρή εικόνα για το πού βρίσκεται η χώρα και ποιες είναι οι επιλογές όποιου την κυβερνάει (…) Οι στιγμές είναι πολύ κρίσιμες. Απαιτούν και επιβάλλουν τη βίαιη ωρίμανση όλων μας».
Ο προφανής στόχος αυτής της τάσης είναι να συγκαταλέξει, υπό προϋποθέσεις, τον ΣΥΡΙΖΑ στις «σοβαρές εναλλακτικές επιλογές» προκαλώντας πρόβλημα και στο εσωτερικό του, αλλά και στη σχέση του με σημαντικό τμήμα των ψηφοφόρων του. Γι’ αυτό κάνει και τη γεμάτη νόημα διάκριση μεταξύ ενός προέδρου «δέσμιου των εσωκομματικών ισορροπιών και αντιφάσεων» και ενός «αρχηγού» της αξιωματικής αντιπολίτευσης, με τον οποίο, όπως φαίνεται, προτιμά να συνδιαλέγεται, υποδεικνύοντάς του να εξασφαλίσει ελευθερία κινήσεων, όπως συμβαίνει στα αρχηγικά αστικά κόμματα.
Η δημόσια διατύπωση αυτής της συλλογιστικής, ωστόσο, αποτελεί ένδειξη της αμφιβολίας, τουλάχιστον, για την ευόδωση του σχεδίου του κ. Σαμαρά. Και της προσπάθειας εξοικείωσης με το ενδεχόμενο να είναι πρώτο κόμμα στις ερχόμενες εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ. Ενδεχόμενο που οι δημοσκοπήσεις υποδεικνύουν πιθανό.
Η δεύτερη τάση, που εκφράζεται περισσότερο από το Συγκρότημα, είναι πιο επιθετική, παρότι προέρχεται από το κέντρο και όχι από τη δεξιά. Επιχειρεί με κάθε τρόπο την κατασυκοφάντηση και απομείωση του κύρους και της επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ τώρα, και όχι μετά την εκλογική νίκη του. Τα δίνει όλα για να μην υπάρξει το ενδεχόμενο μιας τέτοιας νίκης.
Με «όποιον τρόπο»;
Και για την περίπτωση που δεν το κατορθώσει, έχει έτοιμη την απίστευτη λύση: «Αν κάποτε ο ΣΥΡΙΖΑ γίνει κυβέρνηση, θα έχει [με τη συμπεριφορά του ως αντιπολίτευσης] νομιμοποιήσει προκαταβολικά όσους και με όποιον τρόπο επιχειρήσουν να τον ανατρέψουν»!
Αυτό σημείωνε σε σχόλιό του στα «Νέα» ο κ. Πρετεντέρης έχοντας χάσει, προφανώς, την ψυχραιμία του μπροστά στο ενδεχόμενο να δει πρώτο κόμμα στις ερχόμενες εκλογές του ΣΥΡΙΖΑ. Γιατί είναι αυτονόητο ότι κάθε αντιπολίτευση στόχο έχει να ρίξει την κυβέρνηση, και αυτό δεν συνιστά κατά κανένα τρόπο απειλή η αντιθεσμική συμπεριφορά. Εκείνο όμως το «με όποιον τρόπο» που ξεστομίζει ο κ. Πρετεντέρης, συνιστά και απειλή, και αντιθεσμική και αντιδημοκρατική συμπεριφορά. Αφήνει ανοιχτά, και νομιμοποιεί ο ίδιος, όχι ο ΣΥΡΙΖΑ, τα πιο πραξικοπηματικά ενδεχόμενα.
Αυτή η έξαλλη στάση παραγόντων του κέντρου σχετίζεται ίσως με το γεγονός ότι για μεν τη δεξιά το ενδεχόμενο νίκης του ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί ήττα, όχι όμως και απειλή για την υπόστασή της. Από το κέντρο, όμως, που έχει απολέσει οποιαδήποτε σοσιαλδημοκρατική απόχρωση, αλλά επιμένει να αναφέρεται σε μια «κεντροαριστερά» κεντροδεξιάς απόκλισης, βιώνεται σαν αφαίρεση του ζωτικού του χώρου. Πλην όμως, γι’ αυτό δεν του φταίει κανένας ΣΥΡΙΖΑ, αλλά τη ταύτισή του, το πάντρεμά του με τη δεξιά, με τη ΝΔ. Η οποία, όμως φαίνεται, μαζί με τις όποιες εσωτερικές διαφορές, καθιστά αδύνατη για την ώρα την ευόδωση της προσπάθειας των 58 να συσπειρώσουν το κέντρο.
Η εφικτή απάντηση του ΣΥΡΙΖΑ
Παρά τις διαφορές στην τακτική, ο σκοπός των δύο τάσεων που προαναφέραμε μοιάζει κοινός: να καταστήσουν μια ενδεχόμενη εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ ατελέσφορη (με την έννοια ότι δεν θα μπορεί να μεταφραστεί σε κυβερνητική πλειοψηφία) αφαιρώντας του την εκλογική υποστήριξη με χτυπήματα τόσο στο αριστερό όσο και στο δεξιό κέρας της δυνητικής εκλογικής βάσης του. Και να μετατρέψουν μ’ αυτό τον τρόπο ή με όποιον άλλο, όπως θα σημείωνε και ο κ. Πρετεντέρης, τη νίκη της αριστεράς σε μια βραχυπρόθεσμη παρένθεση.
Αυτά είναι τα δικά τους σχέδια. Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να τα μετατρέψει σε ευσεβείς πόθους; Με μία προϋπόθεση: να συσπειρώσει σε σταθερή βάση πολιτικά και κινηματικά, τα ευρύτατα λαϊκά στρώμα που τον προσεγγίζουν και τον επιλέγουν ως εκφραστή των κοινωνικών συλλογικών συμφερόντων τους, γύρω από ένα συνεκτικό ριζοσπαστικό κυβερνητικό πρόγραμμα, ανατρεπτικό της πολιτικής των μνημονίων και προωθητικό της κοινωνικής ανάκαμψης και της νέας παραγωγικής ανασυγκρότησης προς όφελος των λαϊκών τάξεων –σε σύγκρουση με όσους συνομολογούν ως μόνο εφικτό πρόγραμμα τα μνημόνια.
Δύσκολο καθήκον για τον ΣΥΡΙΖΑ, αν κρίνουμε από το γεγονός ότι, τη στιγμή που συζητιούνται κρίσιμα ζητήματα ενός ληστρικού φορολογικού συστήματος και επίμονα καλείται να απαντήσει «πού θα βρει τα λεφτά», δεν καταφέρνει να κάνει κτήμα και του τελευταίου μισθωτού, του τελευταίου συνταξιούχου, του κάθε άνεργου, κάθε κατεστραμμένου επαγγελματία, το φορολογικό του πρόγραμμα. Ένα από τα πιο επεξεργασμένα, μέχρι στιγμής, τμήματα του κυβερνητικού προγράμματός του.
Θα πείτε, αυτό δεν είναι μοιραίο. Ακριβώς: ο ΣΥΡΙΖΑ είναι υποχρεωμένος, είναι ίσως φτιαγμένος, για να αλλάζει τη μοίρα του, δηλαδή να μην έχει μοίρα, «γραφτό». Γι’ αυτό του χρειάζεται απαραίτητα πειστικό και αποστομωτικό των αντιπάλων του κυβερνητικό πρόγραμμα και αντίπαλο πολιτικό σχέδιο.
Χ. Γεωργούλας
(από: http://epohi.gr/)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου